Τρίτη 10 Νοεμβρίου 2009

ΟΠΩΣ ΚΑΙ ΝΑ 'ΧΕΙ... ΕΧΕΙ Ο ΘΕΟΣ!

ΜΙΚΡΑ ΜΑΓΙΚΑ ΜΥΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ ΕΛΥΤΗ
(Στην Ana T.)

Διαβάζουμε την α' στροφή του ποιήματος "Ηλικία της γλαυκής θύμησης" από την ποιητική συλλογή Προσανατολισμοί (1940) του Οδυσσέα Έλύτη:

Ελαιώνες κι αμπέλια μακριά ως τη θάλασσα
Κόκκινες ψαρόβαρκες πιο μακριά ως τη θύμηση

Έλυτρα χρυσά του Αυγούστου στο μεσημεριάτικο ύπνο
Με φύκια ή όστρακα. Κι εκείνο το σκάφος
Φρεσκοβγαλμένο, πράσινο, που διαβάζει ακόμη στην
ειρήνη του κόλπου των νερών Έ χ ε ι -ο -Θ ε ό ς

Το παραπάνω απόσπασμα περιλαμβανόταν, μέχρι πριν από μερικά χρόνια, στο Ανθολόγιο Κειμένων Νεοελληνικής Λογοτεχνίας της Α' τάξης Γυμνασίου. Δυστυχώς όμως, στα πλαίσια ενός κακώς εννοούμενου εκσυγχρονισμού, κάποια δήθεν ανοιχτά μυαλά αποφάσισαν να το αφαιρέσουν από το σχολικό βιβλίο, όπως άλλωστε αφαίρεσαν και αρκετά άλλα κείμενα μεγάλων λογοτεχνών μας, για να βάλουν στη θέση τους εφήμερες πρωτολειακές ασημαντότητες.
Έχουν περάσει περισσότερα από δέκα χρόνια από τότε που είχα διδάξει αυτό το "ποιηματάκι" στα παιδιά της πρώτης τάξης του Γυμνασίου Μαντουδίου και θυμάμαι τη συγκίνησή μου, όταν κατά την ώρα της διδασκαλίας, μου αποκαλύφθηκε το μικρό μαγικό μυστικό της φράσης "έχει ο θεός", η οποία αποτελεί το όνομα του φρεκοβγαλμένου, πράσινου σκάφους. Είναι βέβαια προφανές ότι το σκάφος "διαβάζει" ανεστραμμένο το όνομά του πάνω στο καθρέφτισμά του στα γαλήνια νερά του κόλπου.
Αφού έγινε η ανάγνωση του ποιήματος στην τάξη, θέλησα να σχεδιάσω την κεντρική εικόνα στον πίνακα, κι όπως άρχισα να γράφω το ανεστραμμένο όνομα, διαπίστωσα έκπληκτος ότι όλα τα ανεστραμμένα γράμματα διαβάζονταν κανονικά, δεν άλλαζε τίποτα στο καθρέφτισμά τους. Είχα σταματήσει στο "έχει ο..." και γύρισα προς τα παιδιά, νιώθοντας ένα ρίγος. Τι συμβαίνει, κύριε; ρώτησαν απορημένα. Ανατρίχιασα από συγκίνηση, τους λέω, κοιτάχτε το καθρέφτισμα του ονόματος! Αυτά κοίταζαν καλά-καλά εμένα, ενώ ο παχουλός μαθητής του πρώτου θρανίου τράβηξε από τον καρπό το χέρι μου και φώναξε: Ρε σεις, αλήθεια λέει, σηκώθηκε η τρίχα του!
Τους έδωσα εξηγήσεις στη συνέχεια, αφού ολοκλήρωσα την ανεστραμμένη φράση στον πίνακα. Και μου έκαναν μάλιστα την εξής καταπληκτική ερώτηση: Είναι τυχαίο ή σκόπιμα έβαλε ο Ελύτης για όνομα του σκάφους αυτή τη φράση που διαβάζεται ίδια και ανεστραμμένη; Αυτό δεν έχει και τόση σημασία, τους απάντησα... αλλά είναι πολύ σημαντικό το γεγονός ότι δεν έχει σημασία!


Αν και δεν είναι στις προθέσεις μου να "αναλύσω" εδώ μια απομονωμένη στροφή του ποιήματος, θα ήθελα μόνο να επισημάνω, μέσα από την ταύτιση του αντικειμένου με το είδωλό του, το αποκαλυπτικό γεγονός της ενότητας των αντιθέτων, του πραγματικού με το φανταστικό, του υλικού με το άυλο, της αίσθησης με την ιδέα, του φυσικού με το υπερφυσικό. Κι αυτό συμβαίνει έτσι απλά, με φόντο την καρτερία και την ελπίδα που εμπνέει η ίδια η φράση "Έχει ο Θεός"... ο οποίος θεός ούτε λέγει ούτε κρύπτει, αλλά σημαίνει, κατά την ηρακλείτεια ρήση.

©Δημήτρης Μπαρσάκης


________________
ΑΠΑΓΟΡΕΥΤΑΙ Η ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΧΩΡΙΣ ΤΗ ΓΡΑΠΤΗ ΑΔΕΙΑ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΚΤΗ



2 σχόλια:

Ana Tapadas είπε...

Είναι αλήθεια: το πραγματικό και φανταστικό κατασκευάσει τη ζωή μας.
Θέλω τόσο πολύ να μάθω λίγο περισσότερο της Ελληνικής Λογοτεχνίας.
Ελλάδα έρχονται μόνο στην Κλασικών Παλιά ...
Μεγάλο Σάββατο
bj

Δημητρης Μπαρσακης είπε...

Αχ, αυτός ο αυτόματος μεταφραστής!
Ένα υπέροχο Σάββατο σου εύχομαι κι εγώ.

Ο Ελύτης είναι "μυημένος" στην ενότητα των αντιθέτων του Ηράκλειτου.

Κι εκείνοι οι στίχοι του,
"Του αγίου Ηρακλείτου ανήμερα
παιδός η βασιληίη",
με συγκλονίζουν...

Είναι από το ποίημα "Της Εφέσου". Α, όχι! Ολόκληρο πρέπει να διαβάζεται...

"ΤΗΣ ΕΦΕΣΟΥ"
Ελεύθερα στο πλάι μου τρέχουν τ' αμπέλια κι αχαλίνωτος
Μένει ο ουρανός. Πυρκαγιές ανταλλάσσουνε τα κουκουνάρια κι ένας
Όνος φευγάτος πάει ψηλά τον ανήφορο
για λίγο σύννεφο
Κάτι πρέπει να γίνεται του αγίου Ηρακλείτου ανήμερα
Που μήτε οι ρίνες διαγιγνώσκουν
Είναι οι ζαβολιές του ανυπόδητου ανέμου που αρπάζεται
απ' την άκρη
Του νυχτικού της μοίρας και πάει να μας αφήσει στων αιγάγρων
το ύπαιθρο έκθετους
Στα κρυφά φεύγω με όλα τα κλοπιμαία στο νου μου
Για μιαν απ' την αρχή ζωή απροσκύνητη. Χωρίς κεριά χωρίς
πολυελαίους
Με μόνο μια στη θέση αδάμαντος βέρα χρυσή ανεμώνη
Πασπατευτά πού πάει; Και ζητώντας τι; Ο μισός της σελήνης μας
ίσκιος
Ανάγκη πάσα να καθησυχάζεις είναι ως και τα μνήματα
Εάν ομοεθνών ή όχι αδιάφορον. Το παν είναι
Η και από τα λαγωνικά χαμένη οσμή της γης με ρείκια σφένταμα
και κρόμμυα
Στην ιδιωματική ν' αποκαθίσταται γλώσσα της
Ε τι! Μια λέξη αρκεί να σε χωρέσει χωρικέ του πράσινου της νύχτας
Έφεσος! Του πάππου του θείου και του φωσφόρου δέκατη τέταρτη
γενεά
Μέσα σε περιβόλια του πορτοκαλιού χρυσά και της σμίλης όμορα
λόγια
Τέντες προτού απλωθούν κι άλλες μετέωρες απολεσθέντων πόλων
Αιφνιδίως οι τροχασμοί. Κηρύγματα των απ' αντικρύ κόλπων
θαλάσσης
Δαπέδων δρέπανα διπλά για ναό ή για θέατρο
Νερά χλωρά λιβαδίσια κι άλλα σγουρά του γαρ και του άρα
Ρεούμενα. Εάν ποτέ κύκλους από τριφύλλι και άγρωστιν
Η σοφία σχεδίαζε άλλο θα γινόταν όπως πριν
Της άκρης του δαχτύλου σου το εναποτύπωμα


Γράμματα θα υπάρχουν. Θα διαβάζουν οι άνθρωποι
κι απ' την ουρά της πάλι
Η ιστορία θα πιάνεται. Μόνο τ' αμπέλια να καλπάζουν κι αχαλίνωτος
να 'ναι
Ο ουρανός όπως τον θέλουν τα παιδιά
Με κοκόρους και με κουκουνάρια και με κυανούς χαρταετούς σημαίες
Του αγίου Ηρακλείτου ανήμερα
παιδός η βασιληίη.